Κώστας Καρυοτάκης
Στο ταβάνι βλέπω τους γύψους.
Μαίανδροι στο χορό τους με τραβάνε.
Η ευτυχία μου, σκέπτομαι, θα ’ναι
ζήτημα ύψους.
Σύμβολα ζωής υπερτέρας,
ρόδα αναλλοίωτα, μετουσιωμένα,
λευκές άκανθες ολόγυρα σ’ ένα
Αμάλθειο κέρας.
(Ταπεινή τέχνη χωρίς ύφος,
πόσο αργά δέχομαι το δίδαγμα σου!)
Όνειρο ανάγλυφο, θα ’ρθώ κοντά σου
κατακορύφως.
Οι ορίζοντες θα μ’ έχουν πνίξει.
Σ’ όλα τα κλίματα, σ’ όλα τα πλάτη,
αγώνες για το ψωμί και το αλάτι,
έρωτες, πλήξη.
Α! πρέπει τώρα να φορέσω
τ’ ωραίο εκείνο γύψινο στεφάνι.
Έτσι, με πλαίσιο γύρω το ταβάνι,
πολύ θ’ αρέσω.
|
Robert de Brose, trad.
Contemplo, na sanca,
as figuras.
Seus meandros me puxam
para lá.
Minha felicidade, acredito,
estará,
na busca das alturas.
De mais alta vida, são
a ideia,
rosas imutáveis, sublimadas,
alvos acantos na orla
trabalhada
do chifre de Amalteia.
(Arte singela, de
estilo ausente
quão tarde tua lição
eu compreendi!)
Sonho anaglifado, irei,
pra junto a ti ,
verticalmente.
Os horizontes teriam
me afogado.
Em todo clima, em
toda região
disputas pelo sal e
pelo pão
amores, enfado.
Ah, já chega a hora
de portar
de gesso, bela essa guirlanda
E assim, emoldurado
pela sanca,
vão me adorar.
|
| Κώστας Καρυοτάκης, 1896-1928 |
|